Στην κρίση που διανύουμε, η τηλεργασία, που αποτελούσε ήδη καθημερινότητα για πολλούς μεταφραστές και μεταφράστριες, έχει γίνει ο κανόνας και για άλλους επαγγελματίες. Ρωτήσαμε την Ειρήνη Κοκκορού, κοινωνική λειτουργό, και τη Ρία Μαργέτη, ψυχολόγο-σύμβουλο ψυχικής υγείας, πώς μπορούμε να διαχειριστούμε τις προκλήσεις της τηλεργασίας ως μεταφραστές αλλά και στο σημερινό, ιδιαίτερο πλαίσιο, καθώς και πώς να αντιμετωπίσουμε το άγχος που μας προκαλεί η αβεβαιότητα και η απομόνωση.
Η μετάφραση είναι μοναχικό επάγγελμα και πολλοί μεταφραστές δουλεύουν από το σπίτι. Τι μπορούμε να κάνουμε για να νιώθουμε λιγότερο απομονωμένοι;
E.K.: «Τι μπορούμε να κάνουμε; » Αυτή είναι μία ερώτηση που αιτείται απάντησης σε ένα γενικό κανόνα. Ευτυχώς οι άνθρωποι είμαστε οι εξαιρέσεις στο γενικό κανόνα. Ο καθένας/μία με το δικό του ιδιαίτερο, μοναδικό, ξεχωριστό τρόπο. Αυτή η εποχή του εγκλεισμού λόγω πανδημίας το αναδεικνύει αυτό. Στην πράξη ο κάθε άνθρωπος ασφυκτιά στο γενικό κανόνα, γιατί διαφέρει, γιατί διεκδικεί τη διαφορά του ακόμα και μέσα σε ένα γενικό απαγορευτικό πλαίσιο σαν αυτό που σήμερα ζούμε. Και είναι αυτή η διαφορά που μπορεί να τον κρατά «ζωντανό», να τον συνδέει με τη δική του ξέχωρη επιθυμία και να τον κινητοποιεί να συνεχίζει. Διαφέρουμε στο πώς αισθανόμαστε, στο τι μας ανακουφίζει και τι μας ταλαιπωρεί, στους τρόπους να τα βγάλουμε πέρα με τα δύσκολα αλλά και με τα εύκολα, να αντέχουμε τη λύπη αλλά και τη χαρά μας, κι ας ακούγεται παράδοξο.
Η απομόνωση δεν σημαίνει και μόνωση ψυχική. Η γεφύρωση του μέσα με το έξω είναι κι ένα ψυχικό διακύβευμα. Είναι ανάγκη όμως ο δρόμος να περάσει από «μέσα» για να μπορέσει να βρει το «έξω» και να συνδεθεί. Είναι και μια πρόκληση αυτό σήμερα. Πώς θα δούμε αυτό το «μέσα». Κατά τη δική μου αίσθηση ένας μεταφραστής, μία μεταφράστρια είναι σε αυτή την μεταφορά. Εισέρχεται στο εσωτερικό μιας ξένης γλώσσας, αντέχει το «αδύνατο» της πλήρους – ακριβούς μετάφρασης, αντέχει να σταθεί να αφουγκραστεί τη γλώσσα- «τι λέγεται και πώς, τι εννοεί;», και εξέρχεται από το εσωτερικό της γλώσσας λαμβάνοντας υπόψη το πώς αυτή συνηχεί ή/και αντηχεί στο εσωτερικό του εαυτού του, «ανοίγοντας» τη σημασία σε μια άλλη γλώσσα, και προσφέροντας την στους αναγνώστες. Είναι μία οδός, που ως αναφορά, μπορεί να μας «ανοίξει» ένα δρόμο στο σημερινό «κλείσιμο».
Ρ.Μ.: Σύμφωνα με μελέτες της Αμερικάνικης Ψυχολογικής Εταιρείας, η τηλεργασία αυξάνει σε πολλές περιπτώσεις την εργασιακή ικανοποίηση, την απόδοση αλλά και τα αισθήματα δέσμευσης των υπαλλήλων απέναντι στην εταιρεία. Τα άτομα που εργάζονται από το σπίτι αναφέρουν επίσης λιγότερο εργασιακό άγχος ή εξάντληση. Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τις ίδιες έρευνες, όπως βλέπουμε στην πράξη και όσοι εργαζόμαστε συχνά από το σπίτι, η τηλεργασία μπορεί να ενισχύσει τα αισθήματα απομόνωσης και να λειτουργήσει αρνητικά τόσο στην προσωπική όσο και στην επαγγελματική μας ζωή. Τι κάνουμε λοιπόν για να αποφύγουμε ή να αποκλιμακώσουμε αυτό το μειονέκτημα της τηλεργασίας;
Σε πρώτη φάση, χρειάζεται να αναθεωρήσουμε το πόσο και το γιατί εργαζόμαστε. Είναι εξαιρετικά εύκολο να «βαφτίσουμε» τον εαυτό μας αφοσιωμένο/-η στην εργασία μας και να περνάμε το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας μας μπροστά από έναν υπολογιστή αφήνοντας έξω από τη ζωή μας τους σημαντικούς άλλους. Μια προσεκτική ματιά στην εργασιακή μας ρουτίνα θα μας υποδείξει αν χρειάζονται αλλαγές στο χρόνο αλλά και την ποιότητα της εργασίας μας.
Δεύτερον, χρειάζεται να βάλουμε σε προτεραιότητα την υγεία και την ευεξία μας. Να δημιουργούμε δηλαδή χρόνο μέσα στη μέρα μας για ενδιαφέροντα που μας ευχαριστούν, αλλά και για φυσική άσκηση όπου και όσο είναι δυνατόν. Η αλλαγή σκηνικού μπορεί να δράσει συμπληρωματικά με τα παραπάνω. Μια-δυο φορές την εβδομάδα μπορούμε να δοκιμάσουμε να εργαστούμε είτε σε κάποιο καφέ που το επιτρέπει ή ακόμα και σε εξωτερικό φυσικό χώρο. Σπάμε τη ρουτίνα και ενισχύουμε την ψυχική μας υγεία.
Σημαντικό είναι, ακόμη, αν είναι εφικτό, να οργανώνουμε μια στο τόσο φυσική συνάντηση με τους συνεργάτες μας και να ανταλλάσσουμε απόψεις τόσο για εργασιακά θέματα όσο και για τρόπους βελτίωσης της καθημερινότητας σε επίπεδο τηλεργασίας. Αλλά και όταν κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την τεχνολογία υπέρ μας, μέσω βιντεοκλήσεων με συνεργάτες ή πελάτες, τόσο για να ενισχύσουμε με όσο πιο «ζωντανό» τρόπο γίνεται το εργασιακό μας προφίλ, όσο και για να καταπολεμήσουμε τα συναισθήματα απομόνωσης.
Η τρέχουσα συγκυρία επιτείνει ακόμα περισσότερο την απομόνωση. Υπάρχει κάτι άλλο που θα συνιστούσατε για όσες και όσους δυσκολεύονται στο σπίτι υπό αυτές τις συνθήκες;
Ρ.Μ.: Καλώς ή κακώς, η πανδημία ανάγκασε τους περισσότερους από εμάς να εργαστούμε από το σπίτι, είτε ήμασταν εξοικειωμένοι με αυτή την επιλογή ή όχι. Χρειάζεται να έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας ότι δεν αναμένεται και ούτε είναι εφικτό από εμάς να είμαστε εξίσου παραγωγικοί όσο πρότερα. Το άγχος και ο φόβος για το άγνωστο, αλλά και οι διαφορετικές συνθήκες διαβίωσης του καθενός μας (π.χ. έλλειψη αρκετού χώρου, παιδιά στο σπίτι, άλλοι ενήλικες που τηλεργάζονται μαζί κτλ.) δεν επιτρέπουν προσδοκίες τελειότητας.
Αντίθετα, καλό θα είναι να είμαστε υπομονετικοί με τον εαυτό μας, να του δώσουμε χώρο να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα και να αναπτύξει μια ρουτίνα και ένα «ωράριο» που να εξυπηρετεί όσο καλύτερα γίνεται τις τωρινές εργασιακές συνθήκες. Ξεχωρίζουμε τις προτεραιότητες στη δουλειά και καταπιανόμαστε κυρίως με αυτές για να μπορέσουμε να είμαστε όσο το δυνατόν πιο συγκεντρωμένοι και αποτελεσματικοί σε μικρό χρονικό διάστημα.
E.K.: Ο δημιουργικός εαυτός μας μπορεί να αποδειχθεί ο πιο ενθουσιώδης βοηθός μας. Όλοι υπήρξαμε παιδιά που από το τίποτα δημιουργούσαμε κάτι στο ελεύθερο παιχνίδι μας. Είναι ο καιρός που αυτό το παιδί που υπήρξαμε μπορεί να μας βοηθήσει. Εκεί που τρέχαμε να προλάβουμε υποχρεώσεις και να ανταποκριθούμε σε επαγγελματικές απαιτήσεις, επιτακτικές για πολλούς/ές, βρεθήκαμε να έχουμε χρόνο και χώρο που ούτε καν τολμούσαμε να ευχηθούμε. Κι είναι δύσκολο να σταθούμε, να δούμε πώς είναι να μην απαιτείται εκ των έξω να δράσουμε, τι γίνεται τώρα μέσα μας σε αυτό τον «ακίνητο» θαρρείς χρόνο, σε αυτή την ατελείωτη Κυριακή –έτσι όπως ξημερώνουν και νυχτώνουν οι μέρες μας; Τι είναι αυτό –εκ των έσω- που μπορεί να μας ωθήσει να σηκωθούμε από το κρεβάτι μας και να ζήσουμε τη μέρα;
Αυτή η ώθηση που συνδέεται με την δημιουργικότητά μας, με την πηγαία μας ευχαρίστηση κι είναι διαφορετική για τον κάθε άνθρωπο είναι κι η πηγή του «ανοίγματός» μας μέσα στη στενάχωρη συνθήκη που καλούμαστε να αντέξουμε. Είναι ευκαιρία σήμερα, όσο κι ανάγκη, να φανταστούμε, να επινοήσουμε νέους τρόπους που να μας συνδέουν με τον εαυτό μας εκ νέου αλλά και με τους άλλους παρά τον αναγκαστικό εγκλεισμό. Και η ζωή δείχνει πως ο άνθρωπος είναι εφευρετικός! Πληθαίνουν γύρω μας οι ευφάνταστες πρακτικές επικοινωνίας αλλά και ακτιβιστικής δράσης παρά το «κλείσιμο». Μου θυμίζουν το επίγραμμα του Ορέστη Αλεξάκη: « Αν με μετρήσεις με φωνές και πεταλούδες/ Θα μ’ εύρεις πιο μεγάλο απ’ το κλουβί μου/Κι ωστόσο, πες μου, πώς χωρώ εδώ μέσα;». Ναι! Είμαστε πιο μεγάλοι από το σπίτι μας, είμαστε κάτι πολύ περισσότερο από το περίγραμμα του σώματος μας. Ευτυχώς!
Το άγχος είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της εποχής μας, και πλήττει ακόμα περισσότερο τους ελεύθερους επαγγελματίες. Πώς μπορούμε να το διαχειριστούμε ώστε να μην επιβαρύνει την υγεία και τη ζωή μας;
Ρ.Μ.: Το άγχος είναι μια διαδικασία που εν μέρει μας κινητοποιεί όταν βρίσκεται σε ανεκτά επίπεδα, αλλά μπορεί παράλληλα να μας πλημμυρίσει και να μας παραλύσει. Μερικές από τις πιο γνωστές τεχνικές για τη διαχείριση του άγχους είναι η διαφραγματική αναπνοή (με απλά λόγια, βαθιά εισπνοή από τη μύτη και βαθιά, αργή εκπνοή από το στόμα), καθώς και η απόσπαση σκέψης (όταν νιώθω το άγχος να με κυριεύει στρέφω την προσοχή μου σε οτιδήποτε μπορεί να με αποσπάσει θετικά, π.χ. τηλεφωνώ σε ένα φίλο, ακούω μουσική, βλέπω μια κωμωδία).
Σε συνδυασμό με τα προηγούμενα, που έχουν ως επί το πλείστον ψυχολογικό υπόβαθρο, μπορούμε να ενισχύσουμε την ψυχική και σωματική μας υγεία, ώστε να θωρακιστούμε ως ένα βαθμό απέναντι στο στρες, με όσο το δυνατόν υγιεινή διατροφή, κίνηση, επαρκή ύπνο, διαλογισμό, αλλά και σύνδεση με τους σημαντικούς άλλους (το λεγόμενο υποστηρικτικό μας δίκτυο). Εάν, παρόλα όσα έχουμε δοκιμάσει στα πλαίσια της αυτοφροντίδας, το άγχος φαίνεται να μας κυριεύει ή να μας αποτρέπει από το να ζούμε ικανοποιητικά τόσο στην επαγγελματική όσο και στην προσωπική μας ζωή, τότε ίσως χρειάζεται να απευθυνθούμε σε έναν ειδικό ψυχικής υγείας.
Και στη σημερινή κρίση, τι μπορεί να μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε το άγχος, την αβεβαιότητα και την αίσθηση απομόνωσης που νιώθουμε πολλοί;
Ε.Κ.: Το άγχος είναι βέβαια κάτι που αναδύεται μέσα στην αβεβαιότητα των ημερών αυτών, αλλά αναδύεται και εξαιτίας της απώλειας των σημείων αναφοράς και της θεώρησης, υπό την σκιά της πανδημίας, των κατακτήσεών μας μετά από προσπάθειες και εργασία προηγούμενων χρόνων που απαίτησαν πολύ κόπο. Καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε μια κατάσταση που δεν είχαμε ποτέ φανταστεί ότι θα ζούσαμε, κάτι που δεν μπορούμε να του προσδώσουμε ένα νόημα. Ο νους αδυνατεί να χωρέσει και να συλλάβει τις επιπτώσεις του. Ήρθε κι έπεσε αιφνίδια πάνω στην τάξη των πραγμάτων όπως ο κάθε άνθρωπος την είχε τοποθετήσει με έναν τρόπο στη δική του ζωή, αλλά και σε συνολικό επίπεδο, στις κοινωνικές λειτουργίες σε όλο τον κόσμο.
Η ιδιαίτερη συνθήκη που ζούμε πλήττει κύρια τη σύνδεση μεταξύ των ανθρώπων, την κοντινότητα και την αίσθηση συνέχειας. Αποκοπήκαμε βίαια μεταξύ μας, αλλά και από τους χώρους και τις λειτουργίες που μας συνέδεαν. Κάτι άνευ προηγουμένου, μας έφερε μπροστά στην α-συνέχεια, που έχει να κάνει κύρια με τη ζωή και το θάνατο. Η πανδημία μας έφερε αντιμέτωπους με το φόβο της μοναξιάς, της φτώχειας, της ευαλωτότητας, του θανάτου. Αυτή η ψευδαίσθηση αυτάρκειας και παντοδυναμίας την οποία εξαγοράζαμε καταναλώνοντας αδιακρίτως και υιοθετώντας άκριτα τις νέες ψευδείς ανάγκες που μας πρόσφερε ο καπιταλισμός, κατέρρευσε ως χάρτινος πύργος.
Το πώς ακουμπά αυτό τον καθένα/μία είναι ιδιαίτερο κι έχει να κάνει με την δική του ιστορία. Χρειάζεται να είμαστε παρατηρητικοί ως προς αυτό, ο κάθε ένας/μία για τον εαυτό του. Υπάρχει πιθανότητα παλινδρόμησης με αμφιθυμία απέναντι στις συνδέσεις που είχαμε κατακτήσει, με ενεργοποίηση πρώιμων αμυνών, όπως άρνηση: «Όλα είναι ωραία, καλύτερα από πριν», ή με σενάρια καταστροφής όταν ο φόβος παίρνει το πάνω χέρι, κ.ά. Υπάρχει, όμως, και η επιλογή να δούμε αυτή τη συνθήκη κι ως μια ευκαιρία να μην διαλυθούν οι συνδέσεις μας, να εμπιστευτούμε τη δημιουργικότητα και την επικοινωνία. Να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι κάτι μπορούμε να χάσουμε αλλά μπορεί να κερδίσουμε και κάτι καινούργιο. Τι; Σίγουρα μια καινούργια γνώση για τη ζωή μας, για το τι πραγματικά έχει νόημα για εμάς, τι μας κάνει να αισθανόμαστε «ζωντανοί» αλλά και τι μπορεί να αλλάξει κοινωνικά.
Είμαστε ευάλωτοι και έχουμε ανάγκη ο ένας τον άλλο. Παράδοξα, αυτό αναδύεται τον καιρό του εγκλεισμού και της απομόνωσης. Αν μπορέσουμε να αποκομίσουμε από αυτή την περιπέτεια μια καινούργια γνώση και μπορέσουμε να την αξιοποιήσουμε για το μέλλον, αυτή θα ήταν μια γόνιμη εργασία από τη μεριά της ζωής κι όχι του θανάτου. Μια δυνατότητα λοιπόν που έχουμε, είναι να μείνουμε από την πλευρά της ζωής (με ό,τι σημαίνει ζωή για τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά), λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη το θάνατο, με τον οποίο μας έχει φέρει αντιμέτωπους η covid19.
Ρ.Μ.: Εν μέσω πανδημίας και του υποχρεωτικού εγκλεισμού που ακολούθησε, ακόμα και άτομα χωρίς ιστορικό αγχώδους διαταραχής, δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν στο αίσθημα της αβεβαιότητας και της κοινωνικής απομόνωσης. Οι τεχνικές που ανέφερα και προηγουμένως μπορούν να εφαρμοστούν και σε αυτή την περίπτωση με καλά αποτελέσματα.
Επιπρόσθετα, χρειάζεται να προσέξουμε την έκθεση μας στον καταιγισμό πληροφόρησης (συχνά καταστροφολογικής), ώστε να μην λειτουργεί αρνητικά στον ψυχισμό μας. Αυτό σημαίνει να επιλέγουμε μόνο μια αξιόπιστη πηγή πληροφόρησης την οποία θα ελέγχουμε πολύ περιορισμένα ή, ακόμα καλύτερα, μόνο μια φορά την ημέρα. Επικεντρωνόμαστε σε όσα μπορούμε να ελέγξουμε, τα οποία σε αυτή τη φάση αφορούν στις οδηγίες προστασίας του κοινού (πλένουμε τα χέρια μας όποτε χρειάζεται, δεν αγγίζουμε το πρόσωπο όταν είμαστε εκτός σπιτιού, κρατάμε αποστάσεις σε εξωτερικούς χώρους κ.λπ.). Διατηρούμε μια ρουτίνα που να είναι σχετικά κοντά με τα δεδομένα προ κρίσης (επαρκής ύπνος, απασχόληση, διατροφή), ούτως ώστε να νιώσουμε ασφάλεια μέσα σε αυτή. Δημιουργούμε ένα πλάνο για τα σενάρια που μας φοβίζουν (σκεφτόμαστε πιθανές λύσεις αντί να χανόμαστε σε σκέψεις απελπισίας) και επικοινωνούμε όσο πιο συχνά μπορούμε με υποστηρικτικά πρόσωπα, έστω και μέσω διαδικτύου ή τηλεφώνου. Προσπαθούμε, παρόλα αυτά, να μην μονοπωλεί τη συζήτηση η παρούσα κρίση, με αποτέλεσμα να χειροτερεύουμε την ψυχική μας κατάσταση και τον φόβο μας. Και τέλος, όπου είναι εφικτό, γινόμαστε και εμείς υποστηρικτές των γύρω μας με όποιον τρόπο μπορούμε.
Η αγωνία που συνοδεύει αυτή την πανδημία πηγάζει ως ένα βαθμό από το αίσθημα της αδυναμίας να δράσουμε. Ενεργώντας όμως με καλοσύνη και υποστηρικτικά προς τους άλλους, συχνά μπορούμε να ανακτήσουμε μια αίσθηση ελέγχου της ζωής μας, αλλά και νόημα και σκοπό.
5. Πόσο σημαντική είναι η ανθρώπινη επαφή για την ψυχική υγεία και πόσο πιστεύετε ότι επηρεάζεται από τα νέα μέσα επικοινωνίας; Πιστεύετε ότι μπορεί η τηλεργασία να γίνει ο κανόνας στο μέλλον και πόσο θα μπορούσε αυτό να επηρεάσει τις εργασιακές σχέσεις;
Ρ.Μ.: Ο άνθρωπος είναι κατά βάση κοινωνικό ον και δύσκολα θα μπορούσε να επιβιώσει χωρίς την στήριξη και τη συμμετοχή ενός δικτύου από άλλους ανθρώπους. Η ισχύς εν τη ενώσει βρίσκει εφαρμογή και στην περίπτωση της ψυχικής υγείας, αφού το κατά πόσο υπάρχει φιλικός/οικογενειακός κύκλος είναι και ένα από τα πρώτα ζητούμενα στη λήψη ιστορικού ενός νέου θεραπευόμενου. Και αυτό, γιατί διαδραματίζει μεγάλο ρόλο στο κατά πόσο θα προχωρήσει καλά η ψυχοθεραπεία ή το άτομο θα παλέψει μόνο του με το «θεριό» του όποιου προβλήματος.
Στην παρούσα κρίση, αυτή η ίδια ανθρώπινη επαφή έχει πληγεί σοβαρά, μια και όσο ανάγκη έχουμε τους άλλους τόσο επικίνδυνο θεωρείται να τους πλησιάζουμε, με αποτέλεσμα να εντείνονται τα αισθήματα απομόνωσης, άγχους αλλά και να υπάρχουν υποτροπές (πισωγυρίσματα) στις περισσότερες ψυχικές διαταραχές που αφορούν το άγχος επιβίωσης, μοναξιάς, ανασφάλειας, λήψης αγάπης κ.α. Ευτυχώς, παρόλα αυτά, διανύουμε την εποχή της εξέλιξης της τεχνολογίας και υπάρχει η δυνατότητα στους περισσότερους από εμάς να πάρουμε έστω και ένα προσωρινό υποκατάστατο αυτής της επαφής που τόσο έχουμε ανάγκη.
Αν και μέχρι τώρα τα νέα μέσα επικοινωνίας κατηγορούνταν για την απομάκρυνση των ανθρώπων, παρατηρούμε ότι και αυτά, όπως όλα τα εργαλεία, μπορούν να χρησιμοποιηθούν κάλλιστα για καλό σκοπό (π.χ. διαδικτυακές συνεδρίες με ειδικούς υγείας, τηλεργασία για λόγους προφύλαξης, βιντεοκλήση με ευπαθείς ομάδες κ.ά.). Η τηλεργασία ειδικά, χρησιμοποιείται ήδη αρκετό καιρό σε τομείς όπως η μετάφραση, η πληροφορική και οι τηλεπικοινωνίες. Η διαφορά είναι πώς σήμερα αυτό έγινε πιο επίκαιρο από ποτέ και αναγκαστικά διευρύνθηκε. Θεωρώ πώς στα πλαίσια του μέτρου και της σωστής χρήσης θα ωφελήσει μακροπρόθεσμα την ποιότητα ζωής μας και ίσως και τις εργασιακές σχέσεις.
Πρόσφατες έρευνες από το εξωτερικό έδειξαν ότι η τηλεργασία αύξησε την παραγωγικότητα, αλλά και την ικανοποίηση των υπαλλήλων. Με τις εξής σημαντικές διαφοροποιήσεις όμως: η εργασία δεν ήταν καταναγκαστική, οι υπάλληλοι έπρεπε να έχουν έναν ξεχωριστό χώρο στο σπίτι για αυτό τον σκοπό και απαιτούνταν να παρευρίσκονται στην έδρα της εταιρείας μια φορά την εβδομάδα για να αλληλεπιδράσουν με τους υπόλοιπους υπαλλήλους και να ανταλλάξουν ιδέες, για να παραμείνουν κινητοποιημένοι.
Ε.Κ.: Ας ελπίσουμε πως η τηλεργασία δεν θα γίνει κανόνας στο μέλλον. Τα σώματα σε έναν χώρο δημιουργούν μια άλλη δυναμική, μια άλλη ενέργεια, μια άλλη προοπτική από το κάθε σώμα μόνο του μπρος σε μια οθόνη. Θα μου έλειπε το σημάδι της επιθυμίας, του ενθουσιασμού του συνεργάτη μου, ο τρόπος που ενσαρκώνει την προσωπική του αλήθεια που τον συνδέει με το κοινό έργο, αυτό το μπόλιασμα, η γόνιμη συναλλαγή που προχωράει τα πράγματα. Το «άγγιγμα» του άλλου που ανοίγει νέα παράθυρα. Τα σώματα σε έναν τόπο μαζί «ανοίγουν» τη δυνατότητα για έναν άλλο τόπο «από-κοινού» που οι συναντήσεις μέσω skype, zoom, κ.ά. δεν μπορούν να το κάνουν.
Η αίσθηση μου όταν φαντάζομαι την πιθανότητα της τηλεργασίας ως κανόνα, είναι η ίδια με το να βλέπω τη φύση μέσα από ένα παράθυρο. Αποστειρωμένη. Μπορώ να ζωγραφίσω ότι βλέπω διαμέσου του παραθύρου, να μιλήσω ή και να γράψω γι’ αυτό, αλλά δεν θα είναι το ίδιο αυτή η περιγραφή με το να κάνω το ίδιο όντας έξω. «Τα “μάτια-παράθυρα” εξ ορισμού επιτρέπουν μόνο μια αποσπασματική και αμετακλήτως μερική όραση του πράγματος που ανασυνθέτουν, μερικές μόνο όψεις του και υπό ορισμένη κάθε φορά προοπτική». Αυτή η διατύπωση του Ζαν Μπερτράν Πονταλίς από όταν την διάβασα με έχει βάλει σε μια διερώτηση, διευρύνοντάς την και συνδέοντας την με την εμπειρία μου αυτές τις ημέρες με ομάδες τηλεργασίας.
6. Πώς (δια)βλέπετε να επηρεάζει η τηλεργασία και ο εγκλεισμός με την οικογένεια τις οικογενειακές σχέσεις;
Ε.Κ.: Είναι σημαντικό το δικαίωμα του κάθε μέλους σε μια οικογένεια στη διαφορά. Κι είναι αυτή η διαφορά που αναδεικνύεται σε μια τέτοια συνθήκη εγκλεισμού, που μπορεί να είναι πηγή διαφωνιών, αλλά και συγκρούσεων, επίπονων κι άλυτων κάποιες φορές. Ο ένας πέφτει πάνω στον άλλο όλη την ώρα κι είναι κάτι αυτό που δυσκολεύει, ακριβώς γιατί ερχόμαστε αντιμέτωποι με τις διαφορές μας. Αυτό νομίζω είναι ένα σημείο που είναι ανάγκη να μπορέσουμε να δούμε και να το αντέξουμε. Ο κάθε άνθρωπος μπορεί να επιστρατεύσει τις δικές του λύσεις. Η δουλειά, το σχολείο, οι κοινωνικές δραστηριότητες ήταν ένας δυνητικός χώρος όπου το κάθε μέλος μιας οικογένειας μπορούσε εκτός σπιτιού να υπάρξει ξέχωρα, να ανατροφοδοτηθεί, να αποφορτιστεί και να μετουσιώσει κάτι από τη δυσφορία του μέσα στο οικογενειακό σύστημα.
Στη συνθήκη του εγκλεισμού, αυτός ο διάμεσος-δυνητικός χώρος, που λειτουργεί πάντα «θεραπευτικά», επανορθωτικά, δεν υπάρχει. Παρά την ασφυκτική -στο πλαίσιο του περιορισμού που ζούμε- κοντινότητα, είναι ανάγκη να μπορεί να βρει τον προσωπικό χρόνο και χώρο και τους δικούς του τρόπους το κάθε μέλος ώστε να είναι ο εαυτός του μέσα στο σύνολο. Αυτός ο δυνητικός χώρος είναι ανάγκη να επιτραπεί και να επινοηθεί εντός του σπιτιού. Επιτρέποντας στις διαφορές μας να μας οδηγήσουν σε μια περιπέτεια γνωριμίας εντός του σπιτιού. Είναι μια ευκαιρία να γνωρίσουμε ο ένας τον άλλο, να αφεθούμε στη χαρά της γνωριμίας πέρα από ιδεώδη σχήματα και συμμορφωτικές πρακτικές. Το κάθε μέλος μιας οικογένειας μπορεί να μάθει από το άλλο, τόσα διαφορετικά πράγματα που υπάρχει τόπος τώρα να επικοινωνηθούν και να ενθαρρύνουν ένα αυθεντικό ενδιαφέρον του ενός για τον άλλο. Και τα παιδιά! Αν ανοιχτούμε σε αυτά, έχουν να μάθουν σε εμάς τους γονείς τόσα! Ο ελεύθερος χρόνος που μας χαρίζεται αυτή την εποχή είναι ένα δώρο που πρέπει να επιστρέψουμε στα παιδιά χωρίς να τον γεμίζουμε από κεκτημένη ταχύτητα με κατευθυνόμενες δραστηριότητες. Ας παίξουνε! Κι εμείς στο μεταξύ «ας ονειρευτούμε το εφήμερο κι ας παραμείνουμε στην έξοχη ανοησία των πραγμάτων», όπως έλεγε ο Οκακούρα Κακούζο. Θα ήταν ένα κέρδος στην εποχή των απωλειών!
Ρ.Μ.: Σε συνέχεια της προηγούμενης ερώτησης, αν και σε κάποιες περιπτώσεις η τηλεργασία φαίνεται να ωφελεί τόσο τον εργαζόμενο όσο και την εταιρεία του, δεν ισχύει το ίδιο στον υποχρεωτικό εγκλεισμό. Ειδικότερα αν υπάρχει οικογένεια με παιδιά και φυσικά έλλειψη χώρου και προσωπικού χρόνου, το εγχείρημα γίνεται ακόμα δυσκολότερο. Το κλείσιμο των σχολείων και η μετάβαση στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση και απασχόληση ανάγκασε πολλούς εργαζόμενους γονείς να αναλάβουν ακόμη έναν ρόλο, αυτόν του δασκάλου. Η τηλεργασία από το σπίτι με την παρουσία παιδιών, όταν δεν υπάρχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, συνήθως πλήττει σοβαρά την παραγωγικότητα.
Και τι γίνεται σε αυτή την συνθήκη με τα παιδιά και τις σχέσεις των μελών της οικογένειας; Χρειάζεται όλοι να προσαρμοστούν σε μια νέα πραγματικότητα και πολλαπλούς ρόλους «φορετούς», και φυσικά κάτι τέτοιο συχνά δημιουργεί εντάσεις. Δεν ζούμε όλοι σε μεγάλα σπίτια, με αυλές και προσωπικό χώρο για όλα τα μέλη και φυσικά οι προκλήσεις διαφέρουν ανάλογα με την ηλικία των παιδιών. Τα μικρότερα παιδιά συχνά αναζητούν διακαώς την ενασχόληση των γονιών και τα μεγαλύτερα αντιδρούν στη στέρηση των δραστηριοτήτων και των κοινωνικών συναναστροφών τους. Στις περισσότερες οικογένειες, αυτό οδηγεί σε συγκρούσεις που στην καθημερινότητα προ πανδημίας, αποφορτίζονταν εν μέρει από τις καθημερινές δραστηριότητες των μελών τους. Δυστυχώς κάτι τέτοιο τώρα δεν αποτελεί επιλογή και αν παραταθεί και άλλο ο εγκλεισμός οι ρήξεις μπορεί να γίνουν εντονότερες και βαθύτερες (τραγικό παράδειγμα η αύξηση στα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας).
Αυτές οι υπαρκτές δυσκολίες δεν σημαίνουν βέβαια ότι δεν υπάρχει ελπίδα μιας σχετικά ομαλής αλληλεπίδρασης και καθημερινότητας της οικογένειας. Αρκεί να επικεντρωθούμε στο τι μπορούμε να ελέγξουμε στην παρούσα φάση. Δεν είναι δυνατόν να είμαστε 100% παραγωγικοί στην εργασία μας αλλά ούτε και 100% διαθέσιμοι για τα παιδιά μας. Επικοινωνούμε με απλό και κατανοητό τρόπο στα παιδιά, ανάλογα με την ηλικία τους, την παρούσα κατάσταση και είμαστε όσο πιο δυνατόν ευέλικτοι σε ό,τι απαιτείται από εμάς. Η καθημερινή ρουτίνα βοηθάει, αλλά χρειάζεται να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και οι ενοχές για την απουσία τελειότητας να «πεταχτούν» στον κάλαθο των αχρήστων. Το ζητούμενο είναι να είμαστε ενωμένοι ως ομάδα και ως οικογένεια για να βγούμε όσο γίνεται πιο αλώβητοι από αυτή την δύσκολη συγκυρία.
**********************************************
Η Ρία Μαργέτη είναι Ψυχολόγος – Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας και διατηρεί ιδιωτικό γραφείο στη περιοχή του Γκύζη. Έχει ολοκληρώσει το Master στην Κλινική Ψυχολογία στο University of Wales. Κατέχει πτυχίο στην Ψυχολογία και μεταπτυχιακές σπουδές στην Εκπαίδευση, με ειδίκευση στη Δυσλεξία από το University of Wales, τα οποία είναι αναγνωρισμένα από τον Διαεπιστημονικό Οργανισμό Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών & Πληροφόρησης. Παράλληλα, έχει εκπαιδευτεί στο «ΑθηνάΤεστ» και στο Αναπτυξιακό Ανιχνευτικό Τεστ «DENVER II». Έχει εργαστεί ως Ψυχολόγος στο Πρόγραμμα Υποστήριξης Κρατουμένων σε διαδικασία Απέλασης στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και στα Πολυϊατρεία του Δήμου Χολαργού. Επιπροσθέτως, έχει εργαστεί στα εξωτερικά ιατρεία στον Ψυχιατρικό Τομέα του Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών “Γ. Γεννηματάς”. Τέλος, έχει παρακολουθήσει πληθώρα σεμιναρίων και ημερίδων με στόχο τη διέυρυνση των γνώσεων στον τομέα της και είναι μέλος του Πανελλήνιου Ψυχολογικού Συλλόγου.
Η Ειρήνη Κοκκορού είναι Κοινωνική Λειτουργός και δουλεύει εδώ και πλέον 25 χρόνια με παιδιά και γονείς ατομικά και ομαδικά στο πλαίσιο παιδικού σταθμού-νηπιαγωγείου, ασκώντας θεραπευτική συμβουλευτική. Οι δημιουργικές εξερευνήσεις των παιδιών όλα αυτά τα χρόνια, η χαρά τους κι ο τρόπος που αβίαστα αναπτύσσονται μέσα από καλλιτεχνικές εμπειρίες στάθηκε η έμπνευση ώστε να ενσκύψει σε αυτή την έμφυτη δυνατότητα του ανθρώπου να εξερευνά συμβολικά τον εαυτό του και τις σχέσεις του μέσα από την εικαστική πράξη κάνοντας συνδέσεις μέσω του έργου του με προσωπικό νόημα. Έτσι τα τελευταία χρόνια ειδικεύεται στην Εικαστική θεραπεία (Art- therapy).